«ουδέ αίμα μαρτυρίου ημπορεί να εξαλείψη την αμαρτίαν του χωρισμού της Εκκλησίας και της διαιρέσεως, και το να σχίση τινάς την Εκκλησίαν είναι χειρότερον κακόν από το να πέση εις αίρεσιν» Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΠΑΛΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΗΓΕΤΩΝ ΤΟ 1952

ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΩΣ ΠΑΛΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΗΓΕΤΩΝ ΤΟΥ 1952 ΚΑΙ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΣΕΣ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Λίγοι παλιοημερολογίτες γνωρίζουν πως οι κάποτε τρεις αρχηγοί (της μίας από τις δύο παρατάξεις) παλιού ημερολογίου ΠΑΡΑΙΤΗΘΗΚΑΝ από την ηγεσία των οπαδών τους το 1952. Γνωστό και καταγεγραμμένο είναι το ανωτέρω γεγονός, όπως προκύπτει από δημόσια αρχεία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων [1], από τον τύπο της εποχής [2] και από επιστημονικές εργασίες [3]. Σύμφωνα με το αρχειοθετημένο έγγραφο παραιτήσεως, στις 3-11-1952 οι μοναχοί και καθηρημένοι πρώην επίσκοποι Χρυσόστομος Καβουρίδης, Χριστοφόρος Χατζής και Πολύκαρπος Λιώσης συσκέφθηκαν στην οικία του ενός (Καβουρίδη) και συνέταξαν πρακτικό παραιτήσεως. Αυτό κατόπιν υπέβαλαν  εγγράφως στο Υπουργείο Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας στις 3-11-1952. Αυτό βρίσκεται έκτοτε στο αρχείο του διαδόχου υπουργείου [1]. Οι ηγέτες της αντίπαλης και ακραίας παράταξης παλιοημερολογιτών (Ματθαιικοί-Κερατέας) ανέφεραν και αναφέρουν την εν λόγω παραίτηση σε περιοδικά [4] και ιστοσελίδες τους.


Β. ΣΥΝΤΟΜΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΩΝ
Οι τρεις υπογράφοντες την παραίτησή τους καθαιρέθηκαν το 1935 από εκκλησιαστικό συνοδικό δικαστήριο για απόσχιση, σχίσμα, απείθεια, φατρία κλπ [5]. Η Εκκλησία φέρθηκε φιλανθρώπως για το βαρύτατο ατόπημά τους και δεν τους αφόρισε, αποκόπτοντάς τους από το σώμα της, αλλά εξακολούθησε να τους θεωρεί μέλη της και μάλιστα ως ορθοδόξους μοναχούς. Σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο: «ουδέ αίμα μαρτυρίου ημπορεί να εξαλείψη την αμαρτίαν του χωρισμού της Εκκλησίας και της διαιρέσεως, και το να σχίση τινάς την Εκκλησίαν είναι χειρότερον κακόν από το να πέση εις αίρεσιν». Οι δύο από αυτούς, οι μοναχοί Χριστοφόρος Χατζής και Πολύκαρπος Λιώσης, επέδειξαν μεταμέλεια και αιτήθηκαν εγγράφως την συγγνώμη της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία την έκανε δεκτή και τους αποκατέστησε κατ’ οικονομίαν ως επισκόπους και μητροπολίτες [6]. Ο τρίτος, ο Χρυσόστομος Καβουρίδης, παρέμεινε αμετανόητος και απέθανε ως μοναχός, δεχόμενος τιμές, ως μη ώφειλε, ως επίσκοπος από τους αποσχισθέντες παλιοημερολογίτες της παράταξής του. Φέρεται να μην τίμησε την υπογραφή του, καθώς μετά από κάποιο χρονικό διάστημα συνέχισε να ηγείται στην παράταξή του, όπως και έως τον θάνατό του, τον Σεπτ. 1955. Οπωσδήποτε δεν θέλησε να δώσει διά των χειρών του συνέχεια στον παλιοημερολογιτισμό (της οικείας του παράταξης από τις τότε δύο), αρνούμενος να χειροτονήσει (μόνος ή με σύμπραξη άλλων) αντικανονικούς και εξωεκκλησιαστικούς «επισκόπους», παρά την άνεση χρόνου και κινήσεων που είχε, παρά τις ισχυρές πιέσεις που δεχόταν από στελέχη του και παρά τη χλεύη των εντύπων της έτερης παράταξης παλιοημερολογιτών (Ματθαίου Καρπαθάκη), η οποία είχε αποκτήσει αντικανονική και εξωεκκλησιαστική «ιεραρχία επισκόπων» ήδη από το 1948 με «χειροτονία» από έναν καθηρημένο πρώην αρχιμανδρίτη. Η δημοσιευμένη ιδιόγραφη διαθήκη τού Καβουρίδη δεν περιλαμβάνει καμμία πρόνοια για την συνέχιση του αποκαλούμενου «ιερού αγώνα του ημερολογίου», ούτε καν συμβουλές για την απόκτηση «ιεράς συνόδου επισκόπων», λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι δεν νοείται Εκκλησία άνευ ιεράς συνόδου.
Ορισμένα χρόνια ενωρίτερα, ο μοναχός Χρυσόστομος Καβουρίδης μαζί με τον μοναχό Γερμανό Μαυρομμάτη (επίσης καθηρημένο πρώην αρχιερέα, πρώην μητροπολίτη Δημητριάδος) είχαν απευθύνει σημείωμα [7] με προτάσεις συμβιβασμού προς το Υπουργείο Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, το οποίο ο υπουργός Κ. Γεωργακόπουλος διαβίβασε προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, 15-1-1938. Σε αυτό οι υπογράφοντες αυτοπροβάλλονται  ως διακείμενοι για πλήρη συμμόρφωση με την Εκκλησία, ως αντιτιθέμενοι προς την έτερη και ακραία παράταξη παλιοημερολογιτών (Καρπαθάκη-Τόμπρου-Σουλακιώτου), δικεδικούντες την άρση των καθαιρέσεών τους, υποσχόμενοι να απέχουν από νέες χειροτονίες και διχοστασία κλπ. Ο Μαυρομμάτης αναγνώριζε και εγγράφως ότι (τουλάχιστον) τα Πατριαρχεία που ακολουθούσαν το παλιό (μη διορθωμένο) ημερολόγιο είναι όντως ορθόδοξα και έστεργε για συνεργασία και εκκλησιαστική σχέση μαζί τους, όπως καταδεικνύεται από έγγραφό του [8].

Γ. ΠΡΑΚΤΙΚΟ
Ακολουθεί το πρακτικό της παραιτήσεως από 3-11-1952 των παλιοημερολογιτών ηγετών Χρυσοστόμου, Χριστοφόρου και Πολυκάρπου (καθηρημένων πρώην αρχιερέων):

Δ. ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ
Στο πρακτικό παραιτήσεως διακρίνεται έντονη η πικρία των υπογραφόντων από την μέχρι τότε πορεία του παλιοημερολογίτικου κινήματος, έωλες και ατεκμηρίωτες θέσεις, αλλά και απόψεις αυτοδικαίωσής τους. Παρατηρούμε ορισμένα στοιχεία:
1) αναφέρουν ημερομηνία σύσκεψης και παραίτησης στο ΝΕΟ ημερολόγιο (3-11-1952), οι ίδιοι οι διαπρύσιοι κήρυκες του παλιού ημερολογίου (μη διορθωμένου ιουλιανού). Οι εφημερίδες (που άπασες χρησιμοποιούσαν το νέο ημερολόγιο) ανέφεραν την είδηση της παραίτησης λίγες ημέρες μετά, εντός Νοεμβρίου 1952 [2].
2) ταυτίζουν, ως μη ώφειλαν, το νέο πολιτικό ημερολόγιο με το γρηγοριανό, κάνοντας στρεψόδικη και παραπλανητική μνεία των συνοδικών εκκλησιαστικών αποφάσεων των ετών 1583 και 1593, οι οποίες αφορούν αποκλειστικά και μόνο στη μη τήρηση όλων των όρων της α’ οικουμενικής συνόδου περί του κοινού εορτασμού του Πάσχα εκ μέρους των ρωμαιοκαθολικών, πράγματα ξένα προς το νέο (διορθωμένο) ημερολόγιο και το Πάσχα της ορθόδοξης Εκκλησίας. Έγιναν πολλές μεταβολές νηστειών, ημερομηνιών και εορτών στο διάβα του χρόνου στην Εκκλησία, χωρίς ποτέ να θεωρηθούν μεμπτές ή να καταδικαστούν από την Εκκλησία. Αυτό που απορρίφθηκε συνοδικώς το 1583 και 1593 ήταν το γρηγοριανό ημερολόγιο, επειδή εμπεριείχε το τροποποιημένο πασχάλιο, σε αντίθεση με την πράξη της ορθόδοξης Εκκλησίας και την αποδοχή των σχετικών όρων της α’ οικουμενικής συνόδου.
Πλήρης τεκμηρίωση παρέχεται από το έργο «Τόμος Αγάπης», του οποίου συγγραφέας είναι ο ιερός Δοσίθεος Ιεροσολύμων:
α) Για τη σύνοδο του 1583:
(i) αναφέρεται μόνο στη μονομερή μη τήρηση εκ μέρους των λατίνων των ορισθέντων περί του κοινού χρόνου της εορτής του Πάσχα από την α’ οικουμενική σύνοδο. Κάνει σύσταση προς τους ορθοδόξους να τηρήσουν τον γνωστό ορισμό του πασχαλίου, δίχως οιαδήποτε αναφορά σε ημερολόγιο. [9]
(ii) κατ΄ αυτή,  ο Πατριάρχης Ιερεμίας δηλώνει ότι παρ’ όλο που έχει προκληθεί ανωμαλία στην εορτή του Πάσχα (εννοεί λόγω της μη πλήρους «κανονικότητας» των κινήσεων των ουρανίων σωμάτων), δεν θα καινοτομήσει στον κανόνα των Πατέρων (δηλ. στον ορισθέντα συμβατικό τρόπο όρο περί του Πάσχα). [10]
(iii) η σύνοδος επί λέξει «κυρίως καταδικάζει το γρηγοριανόν ημερολόγιον, διότι κατ’ αυτό συμβαίνει να εορτάζωμεν τοις Ιουδαίοις, όπερ εναντίον τη εν Νικαία συνόδω». [11]
β) Για τη σύνοδο του 1593:
(i) οι αποφάσεις και οι κανόνες της αναφέρονται με τον εξής χαρακτηριστικό τίτλο: «Πράξις συνοδική εν ή και αποβολή του νέου καλενδαρίου ήτοι της περί το πάσχα λατίνων καινοτομίας». Ο λόγος απόρριψης/καταδίκης του γρηγοριανού επεξηγείται ήδη από τον τίτλο και είναι η τροποποίηση του πασχαλίου από τους λατίνους, όχι οτιδήποτε άλλο (π.χ. η επαναρίθμηση των ημερομηνιών κλπ). [12]
(ii) ο αναφερόμενος 8ος Κανόνας της συνόδου του 1593 αναφέρει «ασάλευτον διαμένειν βουλόμεθα το τοις Πατράσι διορισθέν περί του αγίου και σωτηρίου Πάσχα». Αφορά μόνο στο Πάσχα, ουδείς λόγος για «λατινικό καλεντάρι» ή «γρηγοριανό ημερολόγιο». [13]
3) αναφέρουν ψευδώς πως η αλλαγή του ημερολογίου ήταν «μονομερής και άνευ γνώμης των λοιπών ορθοδόξων Εκκλησιών»., παρότι εις γνώσιν όλων ήταν οι επιστολές και συνεννοήσεις που αντηλλάγησαν μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Εκκλησίας της Ελλάδος και των λοιπών τοπικών Εκκλησιών και Πατριαρχείων. Οι ατεκμηρίωτες θέσεις περί «μονομερούς, αντικανονικής κλπ επιβολής» ημερολογίου προβλήθηκαν και προβάλλονται έως σήμερα πολλαπλώς σε παλιοημερολογίτικα έντυπα και ιστολόγια, αλλά δεν ευσταθούν και έχουν αναιρεθεί εγγράφως [14].
4) γράφουν επί λέξει, αιτιολογώντας την στάση τους:
«ετέθημεν επί κεφαλής του εορτολογικού αγώνος […] ίνα γεφυρώσομεν αυτοσυγκρατούντες […] τους παλαιοημερολογίτας εντός του πλαισίου της κανονικότητος και της εκκλησιαστικής ευκοσμίας και νομιμότητος» (σημείο 3ο)
και «εξήλθομεν εις τον Παλαιοεορτολογικόν αγώνα [...] εκ σεβασμού προς την πολιάν και σεβαστήν παράδοσιν του εορτολογίου αφ' ενός και αφ' ετέρου ίνα προς το συμφέρον της Εκκλησίας θέσωμεν εν τέρμα εις τα έκτροπα εις α η Θρησκευτική Κοινότης των Παλαιοημερολογιτών [...] προέβαινον εις βάρος του κύρους της Εκκλησίας» (σημείο 4ο).
Κοινώς, γράφουν πως έκαναν ό,τι έκαναν για ΜΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ (κατά την προβαλλόμενη άποψή τους) και για ΝΑ ΤΕΡΜΑΤΙΣΟΥΝ ΤΑ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΑ ΑΝΤΙΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΕΚΤΡΟΠΑ. Τα ανωτέρω είχαν σχεδόν αυτολεξεί γράψει και το 1938 στο υπόμνημά τους οι Μαυρομμάτης και Καβουρίδης, δηλ. ότι το ημερολογιακό σχίσμα προκάλεσαν οι παλιοημερολογίτες και πως αυτοί αποσχίστηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος, αλλά και ότι οι παλιοημερολογίτες ξέφυγαν από τα όρια των ιερών κανόνων και εκτράπηκαν σε ακρότητες κλπ [7], [15].
5) πουθενά δεν κάνουν λόγο για «αίρεση» της Εκκλησίας της Ελλάδος, πουθενά δεν επικαλούνται τον ιε' κανόνα της αβ' συνόδου επί Μεγάλου Φωτίου ή τον λα' αποστολικό, πουθενά δεν αναφέρουν ως λόγο απόσχισης τον «οικουμενισμό», πουθενά δεν αναφέρουν οιαδήποτε δήθεν «προδοτική εγκύκλιο» του 1920 του οικουμενικού Πατριαρχείου, πουθενά δεν ονομάζουν «Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» τη θρησκευτική κοινότητα των παλιοημερολογιτών (παρότι ήδη τότε μη ενιαία), πράγματα που κατά κόρον κάνουν οι σημερινοί παλιοημερολογίτες [16].
6) προβάλλουν επτά (7) λόγους, για τους οποίους παραιτούνται.
7) γράφουν επί λέξει: «συνιστώμεν και παραγγέλλομεν πάντας τους εφημερίους του τέως ποιμνίου ημών όπως παύσωσι του λοιπού να μνημονεύωσι [...] του ονόματος ημών, παραιτηθέντων της Ποιμαντορικής ημών αρχής και εξουσίας επί των ακολουθούντων το Πάτριον Εορτολόγιον».
8) αναγνωρίζουν τις ορθόδοξες Εκκλησίες, όπως και τους «Άρχοντες και Ταγούς της Εκκλησίας», ενώ εύχονται για την ενότητα της Εκκλησίας της Ελλάδος
9) σχολιάζουν επί λέξει για «τους απ' Εκκλησίας αποσχισθέντας παλαιοημερολογίτας» (σημείο 4ο). Το ίδιο έγραψε ο Καβουρίδης σε δημοσίευμά του σε αθηναϊκή εφημερίδα το 1950 [15].
10) ονομάζουν «παλαιοημερολογίτες» τους οπαδούς τους, πράγμα που ορισμένοι σημερινοί παλιοημερολογίτες προβάλλουν ως «χλευαστική ονομασία». Την ονομασία αυτή ανέκαθεν χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι οι εισηγητές και ηγέτες του παλιοημερολογιτισμού [7], [15].
11) οι προβαλλόμενοι ως «διωγμοί» των παλιοημερολογιτών ήταν η καταστολή (ακόμη και με χρήση βίας) παρανόμων πράξεων, ιδίως αντιποίησης αρχής και ιδιότητας ιερέως εκ μέρους των παλιοημερολογιτών ρασοφόρων, από την αστυνομοκρατούμενη τότε ελληνική πολιτεία.
12) δηλώνουν πως παραιτούνται της ποιμαντορίας των παλιοημερολογιτών κλπ, αλλά πως «δεν παραιτούνται της Αρχιεροσύνης». Παράδοξη και ανοίκεια θέση, διότι η ιεροσύνη και η αρχιεροσύνη δεν είναι «ατομικά αγαθά», αλλά αγιοπνευματικά χαρίσματα που δίνονται και νοούνται μόνο από την Εκκλησία και διά της Εκκλησίας. Το να δηλώνουν οι υπογράφοντες τρεις παλιοημερολογίτες πως «δεν παραιτούνται» της αρχιεροσύνης δεν λέει τίποτε απολύτως, είναι κενό γράμμα. Η Εκκλησία κάλεσε τον Ιούνιο 1935 τον (τότε σχολάζοντα αρχιερέα) Χρυσόστομο Καβουρίδη και τους συνεργάτες του σε απολογία, ενώπιον συνοδικού δικαστηρίου με πολύ σοβαρές κατηγορίες. Παρέλειψαν να παραστούν και να εκθέσουν τις απόψεις τους, ενώ οι πράξεις τους ήταν γνωστές τοις πάσι. Κατόπιν εξέτασης των διατιθέμενων στοιχείων, το συνοδικό δικαστήριο τους ΑΦΑΙΡΕΣΕ την ειδική ιεροσύνη, τους επανέφερε στην τάξη των μοναχών και τους κάλεσε προς μετάνοια [5]. Δεν είναι διόλου παράξενο ή πρωτόγνωρο αυτό, ποιμαντικώς φερόμενη, αρχικά η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΕ και μετέπειτα Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΦΑΙΡΕΣΕ την (αρχ)ιεροσύνη, με αιτιολογία και συνοδική απόφαση.
13) οι υπογράφοντες μιλούν για «πίστη τους στην παράδοση του πατρίου εκκλησιαστικού ημερολογίου». Η πίστη τους αυτή δεν είναι και πίστη της Εκκλησίας. Η πίστη της Εκκλησίας, την οποία προτείνει σε πάντα άνθρωπο και στην οποία καθείς ελεύθερα προσχωρεί, είναι τα δόγματά της (τριαδολογικό, σωτηριολογικό κλπ) και στα δόγματα της Εκκλησίας ποτέ δεν περιλαμβανόταν ο τρόπος μέτρησης της ενέργειας, της μάζας ή του χρόνου, ούτε οιοσδήποτε συγκεκριμένος τρόπος αρίθμησης, ονομασίας, σειράς κλπ ημερών, μηνών ή ετών. Περαιτέρω, κανένα ημερολόγιο δεν χαρακτήρισε η Εκκλησία ποτέ ως «πάτριο» ή και κανένα ημερολόγιο ποτέ δεν ανήγαγε σε δόγμα πίστεως (ήτοι σε όρο σωτηρίας) η Εκκλησία. Ανέκαθεν η Εκκλησία έκανε χρήση του ημερολογίου (και άλλων εν χρήσει τρόπων μετρήσεων μεγεθών) που χρησιμοποιούσαν οι κοινωνικοπολιτικές δομές που την περιέβαλλαν. Το ιουλιανό ημερολόγιο, για παράδειγμα, ήταν ένα ΝΕΟ ημερολόγιο κατά τα έτη της επίγειας ζωής του Ιησού, ενώ δεν ήταν καν το μοναδικό ημερολόγιο που η Εκκλησία χρησιμοποιούσε, ακριβώς διότι κατά τόπους υπήρχαν σε χρήση και άλλα, όπως το εβραϊκό και το μακεδονικό. Τα ανωτέρω είναι γνωστά από την ιστορία, ενώ σώζονται έως σήμερα εκκλησιαστικοί κανόνες που αναφέρουν μήνες σε ημερολόγια εκτός του ιουλιανού (π.χ. Φαρμουθί στο εβραϊκό, Υπερβερεταίου στο μακεδονικό). Δεν μπορεί να νοηθεί οιοσδήποτε τρόπος συμβατικής μέτρησης/ονομασίας χρόνου ως «εκκλησιαστική παράδοση» και να του προσδωθεί ιδιαίτερη σημασία για την σωτηρία και τον αγιασμό των πιστών, που είναι ο σκοπός της Εκκλησίας. Ίσως κατά ακραία ερμηνεία να μπορεί ένα ημερολόγιο να θεωρηθεί ως «κρατική» ή «κοινωνική» παράδοση, οπωσδήποτε όχι ως εκκλησιαστική. Είναι απλό ότι «εκκλησιαστικό» ημερολόγιο για την Εκκλησία της Ελλάδος το έτος σύνταξης του πρακτικού (1952) ήταν το νέο πολιτικό ημερολόγιο. Η όλη αναφορά σε «παράδοση πατρίου εκκλησιαστικού ημερολογίου» κρίνεται ως ανιστόρητη και παραπλανητική. Η δε επίκληση «πίστης» στην ανωτέρω «παράδοση» είναι μόνο ατομική και όχι εκκλησιαστική, δείχνει δε και ιουδαϊζουσα, ενώ μάλλον είναι απλώς μία πρόφαση έναντι ημαρτημένων.
14) η εκφραζόμενη αναμονή των υπογραφόντων για Πανορθόδοξη Σύνοδο δείχνει εύγλωττα ότι ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΝ την κανονικότητα τόσο της Εκκλησίας της Ελλάδος, όσο και των λοιπών τοπικών Εκκλησιών και Πατριαρχείων εν έτει 1952, είτε αυτές έχουν διορθώσει είτε όχι το ημερλόγιό τους. Το αυτό καταφαίνεται και από την τελευταία εγκύκλιο του Καβουρίδη προς τους παλιοημερολογίτες, 15-7-1954. Η θέση αυτή των τριών υπογραφόντων έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την σημερινή θέση πολλών ηγετών διαφόρων παλιοημερολογίτικων παρατάξεων [17], σύμφωνα με την οποία «ο Χρυσόστομος Καβουρίδης ήταν ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος της Γνήσιας ορθόδοξης Εκκλησίας μετά το 1924» και ότι «πέραν των γνησίων ορθοδόξων, οι λεγόμενες “ορθόδοξες Εκκλησίες” έχουν καταποθεί υπό της αίρεσης και δεν είναι πραγματικά ορθόδοξες». Κοινώς, ο ίδιος ο ηγέτης και βασικός εισηγητής του παλιοημερολογιτισμού ακυρώνει τις θέσεις των επιγόνων του.
15) οι υπογράφοντες γράφουν ότι θα τηρούν ατομικά το μη διορθωμένο ιουλιανό ημερολόγιο (κατά ενσυνείδητη παράβαση σχετικών γνωστών συνοδικών αποφάσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, της οποίας είναι μέλη) και ότι αυτό θα το κάνουν «μέχρι της οριστικής και τελεσιδίκου λύσεως του ημερολογιακού ζητήματος υπό Πανορθοδόξου Συνόδου». Έχει ιδιότυπο χαρακτήρα αυτή η στάση, διότι αφ’ ενός απειθούν ενσυνείδητα σε απόφαση συνόδου τοπικής Εκκλησίας επί ζητήματος, αφ’ ετέρου εκδηλώνουν πρόθεση να πειθαρχήσουν σε απόφαση Πανορθόδοξης συνόδου επί του ιδίου ζητήματος. Εάν θεωρούν το ημερολόγιο της Εκκλησίας της Ελλάδος όχι τοπικό, αλλά πανορθόδοξο ζήτημα, όπως άλλα μεγάλα ζητήματα, η ενημέρωση όλων των άλλων τοπικών ορθοδόξων Εκκλησιών είχε γίνει διά γραμμάτων και η συναίνεσή τους είχε ήδη ληφθεί [14]. Προς τι επομένως η αντίρρηση και διχοστασία της ομάδας του Καβουρίδη; Εάν θεωρούν το ημερολόγιο τοπικό ζήτημα, ομοίως. Βάσει Κανονικού Δικαίου, ζητήματα πανορθόδοξα επιλύονται είτε με Πανορθόδοξη Σύνοδο είτε με πανορθόδοξη συνεννόηση/αλληλογραφία. Σημειωτέον ότι καμμία άλλη τοπική Εκκλησία δεν προέβη λόγω ημερολογίου σε διακοπή εκκλησιαστικής κοινωνίας προς την Εκκλησία της Ελλάδος, πράγμα που μόνο οι παλιοημερολογίτες έκαναν, αυτόβουλα απεντασσόμενοι του εκκλησιαστικού Σώματος.

Ε. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Οι σημερινοί παλιοημερολογίτες, οι λεγόμενοι «φλωρινοσεραφειμικοί» ή «φλωρινικοί» [17], οι εμφανιζόμενοι ως επίγονοι της τότε παράταξης των τριών υπογραφόντων την ανωτέρω παραίτηση, δείχνουν να έχουν γίνει «βασιλικότεροι του βασιλέως» και να έχουν θέσεις πολύ πιο ακραίες και διχαστικές από αυτές των ίδιων των εισηγητών και ηγετών του παλιοημερολογιτισμού. Οι ίδιοι αγνοούν συνήθως τις θέσεις των «πνευματικών ηγετών» τους, ούτε και οι σημερινοί επικεφαλής τους φροντίζουν να κάνουν γνωστές τις απόψεις αυτές. Απεναντίας, οι παλιοημερολογίτες των αντιθέτων παρατάξεων, οι «ματθαιικοί» [17], προβάλλουν σε περιοδικά και ιστολόγιά τους τις θέσεις αυτές, ως μεμπτές και προδοτικές για το παλιοημερολογίτικο κίνημα.

Στ. ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ
1. το νέο πολιτικό ημερολόγιο που εισήχθη στην Εκκλησία της Ελλάδος εν έτει 1924 είναι μία διορθωμένη εκδοχή του ιουλιανού ημερολογίου και όχι γρηγοριανό, από το οποίο διαφέρει θρησκευτικώς (υπολογισμός Πάσχα), αλλά και μαθηματικώς.
2. Οι λόγοι της διόρθωσης του ημερολογίου είναι απλούστατοι και επεξηγήθηκαν σε πολλές χρονικές στιγμές. Ακολουθεί απόσπασμα από πρόσφατο έγγραφο της Εκκλησίας της Ελλάδος: «Ἡ διόρθωση τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου ἔγινε γιά νά συμβαδίζει ἡ Ἐκκλησία μέ τά πολιτικά θέσμια καί νά μήν ταλαιπωροῦνται τά τέκνα Της. Κάνοντας αὐτή τήν προσαρμογή ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία δέν ἔκανε τίποτε περισσότερο ἀπό τό νά ἐφαρμόσει τόν ΛΗ΄ Κανόνα τῆς Πενθέκτης Συνόδου, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο, «τοῖς πολιτικοῖς καί δημοσίοις τύποις καί ἡ τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων τάξις ἀκολουθείτω». Ἄλλες Ἐκκλησίες πού δέν εἶχαν πρόβλημα συνεργασίας μέ τήν Πολιτεία, κράτησαν τό Ἰουλιανό Ἡμερολόγιο, χωρίς νά διακόψουν τήν κοινωνία τους μέ τή Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Εἴμαστε συνεπῶς ἑνωμένοι μέ τήν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων, μέ τήν Μοναστική Πολιτεία τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μέ τήν Ἱερά Μονή Ἁγίας Αἰκατερίνης τοῦ Σινᾶ καί μέ τίς Σλαβικές Ἐκκλησίες πού ἀκολουθοῦν τό μή διορθωθέν Ἰουλιανό Ἡμερολόγιο» [12].
3. Η Εκκλησία της Ελλάδος εξαρχής εξαπέστειλε ενημερωτικές εγκυκλίους [19] περί της αναγκαιότητας συμμόρφωσης του ημερολογίου που η Εκκλησία χρησιμοποιεί με αυτό που η Πολιτεία χρησιμοποιεί, για λόγους ομοιομορφίας και εξυπηρέτησης των προκυπτουσών και ευλόγων ποιμαντικών αναγκών. Αποδεικνύεται πως η Εκκλησία βρέθηκε ανέτοιμη στην πρωτοφανή ένταση της προπαγάνδας ανθρώπων που είχαν πορισμό την ευσέβεια έναντι των απλοϊκών και αγραμμάτων πιστών. Η προπαγάνδα ήταν πρωτοφανούς έντασης και προήλθε από αμαθείς και φανατισμένους Αγιορείτες μοναχούς, οι οποίοι εξαπέλυαν κατά σύστημα ακραία και εμπρηστικά κηρύγματα, ενώ συκοφαντούσαν δεινώς την ιεραρχία και τις ερμήνευαν αυθαιρέτως τις προθέσεις της. Πολλοί απλοϊκοί πιστοί κατά τη δεκαετία του ’20 και του ’30 έδωσαν βάση σε ανυπόστατα κηρύγματα, όπως ότι «η Εκκλησία φράγκεψε», ότι «οι ορθόδοξοι διά του νέου ημερολογίου υποτάχθηκαν στον πάπα της Ρώμης», ότι «το νέο ημερολόγιο είναι το γρηγοριανό, ότι είναι καταραμένο και πανορθοδόξως καταδικασμένο», ότι «οι ιεράρχες είναι μασόνοι που πληρώθηκαν από τους ρωμαιοκαθολικούς για να προδώσουν την ορθοδοξία» κλπ. Η πρωτοφανής αυτή επίθεση κατά της Εκκλησίας προσέλαβε ως «βαρύ πυροβολικό» πλαστογραφημένα εκκλησιαστικά κείμενα, που παρουσιάστηκαν μέσω παλιοημερολογίτικων περιοδικών ως «πανορθόδοξες καταδικαστικές αποφάσεις του νέου ημερολογίου και αφορισμού όσων το χρησιμοποιούν»! Επί των επιτηδείων και ασυνάρτητων αυτών συστηματικών κηρυγμάτων δεν υπήρξε εξαρχής αντίστοιχη συστηματική αμυντική ενημέρωση των πιστών, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν πυρήνες αποχής πιστών από την κοινωνία με την Εκκλησία, όπως ήδη είχε γίνει στο Άγιον Όρος από τους αυτοαποκληθέντες «ζηλωτές», αλλά και να συλλαμβάνονται από την αστυνομία πάσης φύσεως ρασοφόροι με μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποίαν προέρχονταν από τον οβολό των απλοϊκών ακολούθων τους. Υπήρξαν πάντως κατά τις αρχές της δεκαετίας του ’30 τεκμηριωμένες απαντήσεις της Εκκλησίας, οι οποίες εκτιμήθηκαν και ανέσχεσαν σε μεγάλο βαθμό την διαφαινόμενη αντιεκκλησιαστική ανυπακοή και ανταρσία [14], [20].

Ζ. ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Φαίνεται πως ο Καβουρίδης (εγκαταλειφθείς από κάθε παλιοημερολογίτη «αρχιερέα» συνεργάτη) είχε άλλη συνείδηση της θέσης του, από αυτή που του αποδίδουν οι σημερινοί παλιοημερολογίτες. Οπωσδήποτε υπήρξε πολύ μετριοπαθέστερος των επιγόνων του [21] και δεν πίστευε καν ότι θα ιδρύονταν από αυτούς νέες χριστιανικές «ορθόδοξες εκκλησίες» που θα διεκδικούσαν την μοναδική γνησιότητα της ορθοδοξίας επί γης. Η παραίτησή του ήταν μία πράξη λογικής, έναντι του εκκλησιαστικού χάους, του σχίσματος, των παραλογισμών, των πλαστογραφιών και των ατέρμονων διενέξεων εντός των κόλπων των παλιοημερολογιτών. Φαίνεται πως διείδε ότι η παράταξή του μοιραία θα διέρρεε προς την αντίπαλη παράταξη παλιοημερολογιτών (Σουλακιώτου-Κερατέας) [22], οπότε η εσωτερική αντιζηλία προς τους αντιπάλους παλιοημερολογίτες τον ώθησε να κρατήσει, όσο μπορεί, τα ηνία της δικής του παράταξης, παρά να κάνει μια γενναία δημόσια αυτοκριτική, με αίτηση συγγνώμης προς την Εκκλησία και τελική αποκήρυξη του παλιοημερολογιτισμού, ώστε να περισώσει την δική του κατάσταση και να κατευθύνει χιλιάδες παραπλανημένους πιστούς στην ορθή οδό της επανένωσης με την Εκκλησία [23]. Ευχόμαστε ολόψυχα οι σημερινοί αυτόκλητοι «γνήσιοι ορθόδοξοι χριστιανοί» (παλιοημερολογίτες) να αντιληφθούν ότι ψυχωφέλιμη είναι η εγκατάλειψη της απόστασης από την Εκκλησία και η εισδοχή ή επιστροφή τους σε αυτή! Ο Θεός βοηθός σε όλους μας!

Υποσημειώσεις
[1] Αρχείο του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
[2] Εφημερίδα Πατρών «Ημέρα», φύλλο 9-11-1952
[3] Διδακτορική διατριβή Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου Παρασκευαϊδη http://myriobiblos.gr/books/book1/index.html
[4] Έντυπα ματθαιικών παρατάξεων παλιοημερολογιτών «Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων» και «Κήρυξ Εκκλησίας Ορθοδόξων»
[5] Η απόφαση υπ’ αρ. 3/1935 συνοδικού δικαστηρίου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ευελπιστούμε σύντομα να την έχουμε ανά χείρας, καθότι το ιστορικό αρχείο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών τελεί υπό διαδικασία ψηφιοποίησης http://www.amen.gr/article/arxiepiskopos-ieronymos-h-ekklisia-katexei-tin-alitheia-den-tin-fovatai
[6] Εφημερίδα Αθηνών «Ακρόπολις», φύλλο 25-2-1953
Εφημερίδα Πατρών «Ημέρα», φύλλο 13-3-1953
 [7] Σημείωμα με προτάσεις «αμοιβαίας συνθηκολόγησης» των καθηρημένων πρώην επισκόπων Γερμανού Μαυρομμάτη και Χρυσοστόμου Καβουρίδη, το οποίο διαβιβάζει ο υπουργός Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας Κ. Γεωργακόπουλος προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, 15-1-1938. Σε αυτό οι υπογράφοντες φέρονται ως διακείμενοι για συμβιβασμό και πλήρη συμμόρφωση με την Εκκλησία, τηρουμένου του ιουλιανού ημερολογίου, αλλά και ως αντιτιθέμενοι προς την ακραία παράταξη παλαιοημερολογιτών, ενώ προτείνουν σειρά σημείων προς συμφωνία. Διεκδικούν την άρση των καθαιρέσεών τους και την αποδοχή όσων αντικανονικών χειροτονιών τέλεσαν μέχρι τότε, υποσχόμενοι να απέχουν από νέες χειροτονίες και διχοστασία. Απευθύνονται προς πολιτική αρχή, το υπουργείο Θρησκευμάτων, και αναγνωρίζουν πλήρως ως ανωτάτη εκκλησιαστική αρχή την ιερά σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος.
[8] Έντυπο διάγγελμα που απηύθυνε το Μάιο 1935 ο τότε προσφάτως καθαιρεθείς πρώην μητροπολίτης Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομμάτης προς τους πιστούς της μητρόπολης Δημητριάδος
Εν τέλει ο μοναχός Γερμανός ζήτησε δύο φορές εγγράφως χάρη από την Εκκλησία (16/7/1944 και 1/8/1944), του παρασχέθηκε η συγχώρηση μετά θάνατον και αποκαταστάθηκε, οπότε κηδεύτηκε ως αρχιερέας.
[11] «Τόμος Αγάπης» Δοσιθέου Ιεροσολύμων, σελ. 125, στίχοι 4-7
[12] «Τόμος Αγάπης» Δοσιθέου Ιεροσολύμων, σελ. 541, στίχοι 32-33 http://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?rec=/metadata/2/2/5/metadata-83-0000006.tkl&do=251395.pdf&pageno=404&width=1451&height=1031&maxpage=435&lang=en
[13] «Τόμος Αγάπης» Δοσιθέου Ιεροσολύμων, σελ. 547, στίχος 17
http://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?rec=/metadata/2/2/5/metadata-83-0000006.tkl&do=251395.pdf&pageno=407&width=1451&height=1031&maxpage=435&lang=en
Το αυτό επεξηγείται και στο πόνημα «Το σχίσμα του ζηλωτικού παλαιοημερολογιτισμού» του π. Βασιλείου Παπαδάκη, εδώ ολόκληρο:
https://www.scribd.com/doc/282365346/ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ-ΣΧΙΣΜΑ-ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΣΜΟΥ
εδώ χαρακτηριστικό απόσπασμα από το Γ’ κεφάλαιο
http://oodegr.co/oode/biblia/Sxisma_Zilwtikou_Palaioimerologitismou/1_3_10.htm
[14] «Ημερολογιτικών κατηγοριών έλεγχος», 1936, Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου https://www.scribd.com/doc/290666646/ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΩΝ-ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ-ΕΛΕΓΧΟΣ-ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ-ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
και Ιστορικό Αρχείο Αρχιεπισκοπής Αθηνών
[15] Εφημερίδα Αθηνών «Βραδυνή», φύλλο 11-12-1950
[16] Οι παλιοημερολογίτες ηγέτες επένδυσαν εσχάτως σε μια αυθαίρετη ερμηνεία του ιε’ κανόνα της αβ’ συνόδου του Μεγάλου Φωτίου, σύμφωνα με την οποία είναι υποχρεωτική η άμεση διακοπή της κοινωνίας από επίσκοπο, αλλά και από ολόκληρη τοπική Εκκλησία και από σύμπασες τις Εκκλησίες σε κοινωνία με αυτή, όταν κάποιος θεωρεί πως διακρίνει αιρετικό φρόνημα ή αιρετική άποψη σε επίσκοπο! Προς επιστηριγμό της έωλης και αντιεκκλησιολογικής αυτής θέσης επένδυσαν εξίσου στην άποψη πως το οικουμενικό Πατριαρχείο κήρυξε αίρεση με μια εγκύκλιό του εν έτει 1920 και πως η Εκκλησία της Ελλάδος κήρυξε αίρεση με την διόρθωση του ημερολογίου εν έτει 1924! Υπάρχει σχετική βιβλιογραφία επί του θέματος, τόσο από τον μακαριστό και δεινό κανονολόγο π. Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο και το βιβλίο του «Τα δύο άκρα» http://www.scribd.com/doc/269746788/1986-ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ-ΔΥΟ-ΑΚΡΑ , όσο και με πρόσφατο συνέδριο της μητρόπολης Πειραιώς, από όπου η σχετική εισήγηση του π. Βασιλείου Παπαδάκη http://www.scribd.com/doc/284288827/ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ-ΟΜΙΛΙΑ-ΠΕΙΡΑΙΑΣ και https://www.youtube.com/watch?v=GW27wgsVreY Σχετικό δικό μας άρθρο το http://enotitapisteos.blogspot.gr/2015/06/15.html
[17] Άρθρο «Οι παρατάξεις των παλιοημερολογιτών Ελλάδος» http://enotitapisteos.blogspot.gr/2015/01/blog-post_23.html
[18] Απόσπασμα πορίσματος από την Συνοδική Επιτροπή επί των Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος, Ιανουάριος 2006 http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/dogma/aftoxeires.htm
[19] «Υπόμνημα περί ημερολογίου», 1923, Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου https://www.scribd.com/doc/269710224/1923-ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ-ΥΠΟΜΝΗΜΑ-ΠΕΡΙ-ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
και «Η διόρθωσις του ημερολογίου», 1924, περιοδικό «Εκκλησία» https://www.scribd.com/doc/269711407/1924-ΕΚΚΛΗΣΙΑ-ΔΙΟΡΘΩΣΙΣ-ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
[20]  «Επί τινός δήθεν ανεκδότου εγκυκλίου του Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίου Β'», 1931, Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου  https://www.scribd.com/doc/290628245/ΕΠΙ-ΤΙΝΟΣ-ΔΗΘΕΝ-ΑΝΕΚΔΟΤΟΥ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ-ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ-ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
και «Έλεγχος παραποιήσεως συνοδικών πράξεων και πατριαρχικών εγγράφων», 1931, του ιδίου http://www.scribd.com/doc/269713000/1931-ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ-ΕΛΕΓΧΟΣ-ΠΑΡΑΠΟΙΗΣΕΩΣ
[21] Άρθρο με τίτλο «Κατάντημα μιας κάλπικης διαδοχής», 2010, καθηγητής Αριστείδης Πανώτης http://www.amen.gr/article/katantima-mias-kalpikis-diadoxis
[22] Η παράταξη παλιοημερολογιτών που προέκυψε από το δίδυμο των Αγιορειτών και αμαθέστατων μοναχών Ματθαίου Καρπαθάκη και Αρσενίου Κοττέα (Arsenie Cotea, Ρουμάνου) ήταν η φανατικότερη των δύο, η έχουσα ως έδρα την «μονή Πευκοβουνογιάτρισσας Κερατέας». Βασικά στελέχη αυτής ήταν η Μαριάμ Σουλακιώτου και ο Ευγένιος Τόμπρος. Η παράταξη αυτή χαρακτηριζόταν από φανατισμό, κήρυσσε τις κακοδοξίες της «αυτόματης και άμεσης απώλειας θείας χάριτος από την Εκκλησία της Ελλάδος λόγω της οιονεί “αίρεσης” της διόρθωσης του ημερολογίου» και της «αυτόματης “επανορθοδοξοποίησης” των αποκηρυσσόντων το διορθωμένο ημερολόγιο, άνευ ανάγκης συνοδικής απόφασης». Οι θέσεις αυτές υιοθετήθηκαν εμπράκτως και από την ετέρα παράταξη με την πάροδο του χρόνου έως σήμερα. Κατηγορήθηκε εξαρχής από την παράταξη του Καβουρίδη (και Μαυρομμάτη) ότι είχε αχαλίνωτο φανατισμό, εκκλησιαστική αντικανονικότητα, πορισμό της ευσεβείας κλπ. Προέκυψαν τα γνωστά και τραγικά σκάνδαλα της Κερατέας, που έλαβαν πολύκροτη δικαστική τροπή τα έτη 1950-1951, και τα οποία συντέλεσαν στην κατακόρυφη πτώση του παλιοημερολογιτισμού. Οι ηγέτες της παράταξης αυτής κατηγορούσαν τους ηγέτες της αντίπαλης παράταξης για συχνές εναλλαγές απόψεων και στάσεων, για προδοτική συναλλαγή με την Εκκλησία της Ελλάδος, για ανυπαρξία επισκόπων ηγετών κλπ. 
[23] Μεταξύ των λυπηρών συμπαρομαρτούντων των διαδόχων παλιοημερολογίτικων παρατάξεων αυτής του Καβουρίδη είναι και η πρόσφατα ενταθείσα εκκλησιομαχία, επισκοπομαχία και αγιομαχία. Περισσότερα μπορεί κανείς να δει σε σχετικά άρθρα μας εδώ http://enotitapisteos.blogspot.gr/2015/12/blog-post.html και εδώ http://enotitapisteos.blogspot.gr/2014/03/blog-post_24.html